Από τι αποτελείται το μάτι και πώς λειτουργεί;

Η όραση, η κυριότερη των ανθρώπινων αισθήσεων, αποτελεί την πηγή τροφοδοσίας του εγκεφάλου μας με πλήθος πληροφοριών, εντυπώσεων, εικόνων και σχημάτων. Το μάτι, παρά το πολύ μικρό του μέγεθος, αποτελείται από διάφορα μέρη, καθένα από τα οποία έχει τη δική του αρμοδιότητα. Η συνολική λειτουργία του ματιού θυμίζει εκείνη της φωτογραφικής μηχανής.

Πιο συγκεκριμένα, οι ακτίνες του φωτός εισέρχονται στον κερατοειδή και συγκεντρώνονται στον κρυσταλλοειδή φακό περνώντας από το άνοιγμα της κόρηςμε σκοπό να εστιάσουν και να αποτυπωθούν ως εικόνα στον αμφιβληστροειδή. Εν συνεχεία, η εικόνα αυτή περνάει στον εγκέφαλο και αποκωδικοποιείται. Συνεπώς, για να μεταφερθεί σωστά και καθαρά μία εικόνα του εξωτερικού κόσμου στον εγκέφαλο, απαιτείται τέλεια «συνεργασία» μεταξύ του κερατοειδή, του φακού και του αμφιβληστροειδή. Ωστόσο, το μήκος του ματιού μπορεί να διαφέρει και να επηρεάσει την εστίαση της εικόνας και το σχηματισμό της πριν ή μετά τον αμφιβληστροειδή, προκαλώντας έτσι τις λεγόμενες διαθλαστικές ανωμαλίες.
 

Ποιες είναι οι διαθλαστικές ανωμαλίες;

Οι διαθλαστικές ανωμαλίες ή αλλιώς αμετρωπίες του ματιού είναι η μυωπία, ο αστιγματισμός, η υπερμετρωπία και η πρεσβυωπία.
 

Τι είναι η μυωπία και πώς αντιμετωπίζεται;

Η μυωπία αποτελεί τη διαθλαστική ανωμαλία κατά την οποία η εικόνα που λαμβάνει το μάτι από τον εξωτερικό κόσμο δεν εστιάζεται, όπως θα έπρεπε, πάνω στον αμφιβληστροειδή, αλλά μπροστά από αυτόν. Τα συμπτώματα που έχει ένας μύωπας είναι θολή όραση όταν κοιτάζει μακριά, ενώ η όρασή του παραμένει καθαρή όταν κοιτάζει κοντά.

Η μυωπία θεωρείται η πιο συνήθης διαθλαστική ανωμαλία και, υπό κανονικές συνθήκες, εμφανίζεται κατά την σχολική ηλικία είτε επειδή το μήκος του ματιού είναι μεγαλύτερο του κανονικού, είτε επειδή η κυρτότητα του ματιού είναι μεγαλύτερη του κανονικού, είτε λόγω και των δύο αυτών παραγόντων. Είναι γνωστό επίσης ότι η μυωπία ενδέχεται να είναι κληρονομική, ιδιαίτερα δε σε περιπτώσεις υψηλών βαθμών.

Η μυωπία αντιμετωπίζεται και διορθώνεται είτε με γυαλιά οράσεως στα οποία τοποθετούνται αρνητικοί οφθαλμικοί φακοί («αποκλίνοντες φακοί»), είτε με φακούς επαφής, είτε με διαθλαστική χειρουργική με Excimer Laser.
 

Τι είναι η υπερμετρωπία και πώς αντιμετωπίζεται;

Η υπερμετρωπία είναι η διαθλαστική ανωμαλία κατά την οποία η εικόνα που λαμβάνει το μάτι δεν εστιάζεται, όπως θα έπρεπε, πάνω στον αμφιβληστροειδή αλλά πίσω από αυτόν. Τα συμπτώματα που έχει ένας υπερμέτρωπας είναι θολή όραση όταν κοιτάζει κοντά, ενώ παράλληλα παρατηρείται σταδιακή μείωση και της μακρινής όρασης.

Υπό κανονικές συνθήκες, η υπερμετρωπία εμφανίζεται είτε επειδή το μήκος ή η κυρτότητα του ματιού είναι μικρότερατου κανονικού, είτε λόγω και των δύο αυτών παραγόντων. Οι περισσότεροι υπερμέτρωπες κάτω από την ηλικία των 35 ετών έχουν τη δυνατότητα να βλέπουν καθαρά χωρίς να απαιτείται κάποια διόρθωση του προβλήματος. Όμως, λόγω της μείωσης της προσαρμοστικής ικανότητας των οφθαλμών που οφείλεται στην πάροδο του χρόνου (και μηδενίζεται στην ηλικία περίπου των 60 ετών), η ικανότητα όρασης στην κοντινή απόσταση περιορίζεται αισθητά, ενώ παράλληλα εμφανίζονται διάφορα συμπτώματα όπως κούραση κατά το διάβασμα, πονοκεφάλοι, αδυναμία συγκέντρωσης κ.α.

Η υπερμετρωπία αντιμετωπίζεται και διορθώνεται είτε με γυαλιά οράσεως στα οποία τοποθετούνται θετικοί οφθαλμικοί φακοί («συγκλίνοντες φακοί»), είτε με φακούς επαφής, είτε με διαθλαστική χειρουργική με Excimer Laser.
 

 Τι είναι ο αστιγματισμός και πώς αντιμετωπίζεται;

Ο αστιγματισμός είναι η διαθλαστική ανωμαλία κατά την οποία η εικόνα που λαμβάνει το μάτι δεν εστιάζεται σε ένα συγκεκριμένο σημείο στον αμφιβληστροειδή αλλά σε δύο γραμμές κάθετες μεταξύ τους («κωνοειδές του Sturm»).

Τα συμπτώματα που έχει κάποιος με αστιγματισμό εξαρτώνται από το βαθμό που έχει. Αν, για παράδειγμα, ο βαθμός είναι πολύ μικρός, δε δημιουργούνται προβλήματα στην όραση διότι η προσαρμοστική ικανότητα των οφθαλμών εξουδετερώνει το πρόβλημα της διαθλαστικής ανωμαλίας. Εντούτοις, όσο μεγαλώνει ο βαθμός, η όραση γίνεται θολή, οι εικόνες δε διακρίνονται καθαρά ενώ ακόμη προκαλείται κούραση στα μάτια, ιδίως κατά το διάβασμα ή κατά τη  χρήση κάποιου υπολογιστή.
Συνήθως, ο αστιγματισμός εμφανίζεται λόγω διαταραχών στην κυρτότητα του κερατοειδούς και σπανιότερα λόγω διαταραχών της κυρτότητας του φακού. Στις περισσότερες περιπτώσεις ο αστιγματισμός δεν μεταβάλλεται καθ' όλη τη διάρκεια της ζωής ενός ανθρώπου και εμφανίζεται κατά τη γέννηση. Συνεπώς, με την πάροδο των χρόνων, η αύξηση του βαθμού του αστιγματισμού, δεν οφείλεται στην διαθλαστική ανωμαλία αλλά στη μείωση της προσαρμοστικής ικανότητας των ματιών μας. 

Υπάρχουν δύο είδη αστιγματισμού: ο ομαλός αστιγματισμός ο οποίος διορθώνεται εύκολα, καθώς επίσης και ο ανώμαλος αστιγματισμός (που μπορεί να οφείλεται σε κερατόκωνο, τραύματα ή κερατίτιδες), η διόρθωσή του οποίου επιτυγχάνεται δυσκολότερα. Τέλος, υπάρχει πιθανότητα ο αστιγματισμός να συνυπάρχει με μυωπία ή υπερμετρωπία ή ακόμη και να είναι «μικτός» (φερ' ειπείν, υπερμετρωπία με μυωπικό αστιγματισμό).

Ο αστιγματισμός αντιμετωπίζεται και διορθώνεται είτε με γυαλιά οράσεως στα οποία τοποθετούνται κυλινδρικοί οφθαλμικοί φακοί ή σφαιροκυλινδρικοί (όταν συνυπάρχει μυωπία ή υπερμετρωπία), είτε με φακούς επαφής (μαλακούς τορικούς ή ημίσκληρους, ανάλογα με την περίπτωση), είτε με διαθλαστική χειρουργική με Excimer Laser.
 

Τι είναι η πρεσβυωπία και πώς αντιμετωπίζεται;

Η πρεσβυωπία αποτελεί μια φυσιολογική διαθλαστική ανωμαλία και εξέλιξη του οπτικού συστήματος η οποία εμφανίζεται σε όλους ανεξαιρέτως τους ανθρώπους άνω των 40 ετών και οφείλεται σε μεταβολές στον κρυσταλλοειδή φακό του ματιού.

Ο κρυσταλλοειδής φακός είναι εξαιρετικά ελαστικός με σκοπό να συμβάλλει στην σωστή εστίαση εικόνων σε όλες τις αποστάσεις. Καθώς τα χρόνια περνούν, όμως, σταδιακά ο φακός αυτός καθίσταται ανελαστικός με αποτέλεσμα να χάνεται η ικανότητα προσαρμογής της όρασης, ειδικότερα δε στις κοντινές αποστάσεις.
Συμπτώματα της πρεσβυωπίας είναι η κούραση των ματιών και οι πονοκέφαλοι μετά από εργασία σε κοντινή απόσταση, ενώ η εν λόγω διαθλαστική ανωμαλία μπορεί να συνυπάρξει με μυωπία, υπερμετρωπία ή αστιγματισμό.

Τέλος, η διόρθωση της πρεσβυωπίας πραγματοποιείται είτε με γυαλιά οράσεως (μονοεστιακά, διπλεστιακά ή πολυεστιακά), είτε με φακούς επαφής (πολυεστιακούς ή απλούς σε συνδυασμό με τη μέθοδο monovision, κατά την οποία ο ένας οφθαλμός χρησιμοποιείται για να βλέπει κοντά και ο άλλος μακριά), είτε με χειρουργική επέμβαση (με Excimer Laser ή με τη χρήση πολυεστιακών ενδοφακών).

%Μ %Η, %Ε — e-Vardavas Admin